Κορκίδης: Το ΔΝΤ στέλνει μήνυμα στην κυβέρνηση για τις μεταρρυθμίσεις

Το θέμα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους συζητήθηκε στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στα πλαίσια της έκθεσης του άρθρου 4 για την Ελλάδα και η έκθεση δημοσιοποιήθηκε επίσημα την Τρίτη 31 Ιουλίου.

Στην έκθεση αναφέρεται πως το ελληνικό χρέος είναι διαχειρίσιμο μεσοπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα, αλλά δεν θα είναι βιώσιμο μετά το 2033, σημειώνοντας, ότι θα χρειαστεί νέες παρεμβάσεις και νέα μέτρα για να καταστεί μακροχρόνια βιώσιμο, τονίζει ο Β. Κορκίδης σε δήλωσή του.

Οπως αναφέρει «το ΔΝΤ σημειώνει ότι η ελάφρυνση του χρέους η οποία συμφωνήθηκε πρόσφατα με τους Ευρωπαίους εταίρους της έχει βελτιώσει σε σημαντικό βαθμό τη βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα, αλλά οι περισσότερο μακροπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν αβέβαιες. Για το ΔΝΤ είναι κρίσιμης σημασίας οποιαδήποτε τέτοια πρόσθετη ελάφρυνση χρέους να βασίζεται σε ρεαλιστικές παραδοχές, ιδιαίτερα σχετικά με την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρεί ιδιαίτερα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Οι αγορές, σημειώνεται, μπορεί είναι τώρα ανοιχτές αλλά θα είναι δύσκολο να διατηρηθεί η πρόσβαση στις αγορές χωρίς περαιτέρω ελάφρυνση χρέους.

Σύμφωνα με αυτές τις παραδοχές το ΔΝΤ εκτιμά ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία της δέσμης μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους δεν επαρκούν για την εξασφάλιση μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα του χρέους. Το χρέος προς το ΑΕΠ αρχικά θα μειωθεί, αλλά στη συνέχεια αρχίζει μια αδιάκοπη άνοδο από το 2038 περίπου. Οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες για την κάλυψη του (GFN) θα ξεπερνούσαν το 20% του ΑΕΠ μέχρι το 2038 και θα συνεχίσουν να αυξάνονται στη συνέχεια. Συνεπώς, όπως προστίθεται θα χρειαστεί πρόσθετη ανακούφιση για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους. Επίσης περιέχεται και σενάριο σύμφωνα με το οποίο το χρέος προς το ΑΕΠ θα αρχίσει να αυξάνεται από το 2033 με το GFN να παραβιάζει το 20% το ίδιο έτος».

Ο κ. Κορκίδης τονίζει πως «στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει την κατά γράμμα υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί για να ενισχύσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα και να αναπτυχθεί ταχύτερα αρχής γενομένης με την άρση των capital controls και της αντιμετώπισης του πολύ υψηλού ποσοστού κόκκινων δανείων στις ελληνικές τράπεζες. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ εκτιμάται πως θα επιμείνει στην εφαρμογή του νομοθετημένου δημοσιονομικού πακέτου για το 2019-2020 που περιλαμβάνει τις μειώσεις συντάξεων και την περικοπή του αφορολογήτου. Το ΔΝΤ έχει προειδοποιήσει πως το 2019 η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει σε στοχευμένη κοινωνική προστασία με χρηματοδότηση που θα προέλθει από τις εξοικονομήσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα και πως το 2020 θα πρέπει να μειώσει τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, διευρύνοντας τη φορολογική βάση του φόρου εισοδήματος.

Με απλά λόγια το γεγονός αυτό υποδεικνύει ότι θα ήταν δύσκολο να διατηρηθεί η πρόσβαση στις αγορές περισσότερο μακροπρόθεσμα χωρίς περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους. Υπό αυτό το πρίσμα, το ΔΝΤ πιστεύει πως είναι κρίσιμης σημασίας οποιαδήποτε τέτοια πρόσθετη ελάφρυνση να στηρίζεται σε ρεαλιστικές παραδοχές, ιδιαίτερα σχετικά με την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρεί ιδιαίτερα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Η έκθεση προτάσεων του άρθρου 4 του ΔΝΤ για την πορεία της ελληνικής οικονομίας στην ευρωζώνη συνιστά να μην επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις γιατί θα πληγεί η ανταγωνιστικότητα, ενώ δεν επιτρέπει να υπάρξει καμία ανατροπή στις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας. Το Ταμείο επίσης ζητά τη λειτουργία των καταστημάτων όλες τις Κυριακές και «συνιστά» στην Ελλάδα να μην επαναφέρει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις ούτε τον κοινωνικό διάλογο για την αύξηση του κατώτατου μισθού.

Πριν λοιπόν ολοκληρωθεί και επίσημα το τρίτο Μνημόνιο στις 21 Αυγούστου, το ΔΝΤ με τον ρόλο που έχει στο νέο καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας της χώρας, στέλνει μήνυμα στη Κυβέρνηση, ζητώντας να διατηρήσει όλες τις μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε τα τελευταία χρόνια και να ενισχύσει τον ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων. Ειδικά για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, συνιστά να μην επανέλθουν γιατί κάτι τέτοιο θα έχει αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα. Αναφορικά με τις περικοπές στις συντάξεις το Ταμείο επιμένει ότι η εφαρμογή του μέτρου θα στείλει ένα κρίσιμο σήμα στις αγορές. Σύμφωνα με την έκθεση, οι κοινωνικές δαπάνες ανέρχονταν στο 27% του ΑΕΠ (το 2017), υψηλότερες από το μέσο όρο στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με το μεγαλύτερο ποσοστό να αφορά τις συντάξεις»

Οπως αναφέρει ο κ. Κορκίδης «Εκτός λοιπόν από τη «παράταση» επ αόριστο, στην επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τη πλήρη εφαρμογή των νομοθετημένων παρεμβάσεων για μείωση συντάξεων και μείωση αφορολόγητου στην έκθεση του για την ελληνική οικονομία, το ΔΝΤ «συνιστά» ακόμα:

-Να υιοθετηθούν αλλαγές ώστε να ευθυγραμμιστεί το πλαίσιο για τις ομαδικές απολύσεις με βάση τις καλύτερες ευρωπαϊκές πρακτικές.

-Να επιταχυνθεί το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, με προτεραιότητα τα κρίσιμα για την οικονομία, όπως μηχανικοί, δικηγόροι και συμβολαιογράφοι.

-Να εφαρμοστεί η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ για μείωση των φραγμών στον ανταγωνισμό, όπως η λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές.

-Να υλοποιηθούν πλήρως οι μεταρρυθμίσεις στην αδειοδότηση, καλύπτοντας τους 24 κλάδους που εκκρεμούν και να ολοκληρωθεί η δευτερογενής νομοθέτηση για τις περιβαλλοντικές δραστηριότητες.

-Να συνεχίσουν οι τράπεζες στην Ελλάδα τη μείωση του λόγου των «κόκκινων» μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) ως προς το σύνολο των χορηγήσεων γιατί αυτό παραμένει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, ενώ η ανάπτυξη μόνο δεν είναι επαρκής.

-Να υιοθετηθούν πιο μετριοπαθείς θέσεις για την Ανάπτυξη στην ευρωζώνη σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα. Αν και η ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ εξακολουθεί να είναι έντονη, ωστόσο επιβραδύνεται και αναμένεται να διαμορφωθεί το 2018 στο 2,2%, το 2019 στο 1,9% και να υποχωρήσει κοντά στο 1,5% μετά το 2020.

Στις οικονομίες που «έχουν μείνει πίσω» απαιτείται ισχυρή αύξηση της παραγωγικότητας η οποία θα υπερβαίνει την αύξηση στους ονομαστικούς μισθούς ώστε να μειωθεί το εργατικό κόστος ανά μονάδα προϊόντος και να κλείσει η ψαλίδα.

Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ, στην Ελλάδα το κόστος εργασίας ήταν πολύ υψηλότερο από ισχυρές χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία, αλλά ακόμα και από κράτη-μέλη με το ίδιο πρόβλημα όπως η Πορτογαλία. Εχοντας όμως κατρακυλήσει κατά 40% από τα επίπεδα του 2009, το σχετικό κόστος εργασίας στη χώρα μας δεν είναι πλέον το υψηλότερο στην ευρωζώνη. Ειδικά για την αύξηση του κατώτατου μισθού, το Ταμείο επισημαίνει στην έκθεσή του ότι ορισμένοι κοινωνικοί εταίροι φοβούνται ότι απειλείται η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων τους! Επίσης υπογραμμίζεται πως η όποια προσαρμογή του κατώτατου μισθού θα πρέπει να είναι συνετή και σύμφωνη με την πορεία της παραγωγικότητας, με στόχο τη διατήρηση της ορμής της ανάκαμψης της απασχόλησης και τη καλύτερη στόχευση ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας που θα βοηθούσε στην επανένταξή των μακροχρόνια ανέργων στην αγορά εργασίας», σημειώνει ο Β. Κορκίδης.

«Τέλος το ΔΝΤ εκφράζει τους φόβους του ότι η πρόοδος των μεταρρυθμίσεων θα επηρεαστεί από τον εκλογικό κύκλο, καθώς θα υπάρξει ενίσχυση της πολιτικής αβεβαιότητας στην Ελλάδα και πιθανή αντιστροφή ορισμένων θετικών παραγόντων που μπορούν να στηρίξουν περαιτέρω την ανάπτυξη και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το ρυθμό γήρανσης του πληθυσμού στην Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι πρόκειται να βιώσει δραματική γήρανση του πληθυσμού τις επόμενες δεκαετίες. Στην έκθεση 2018 για τη γήρανση του πληθυσμού, η ΕΚ προβλέπει ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας σε ηλικία εργασίας θα μειωθεί περίπου 35% μεταξύ του 2020 και του 2060, εξαιτίας της συρρίκνωσης και της ταχείας γήρανσης του πληθυσμού.

Από τη πλευρά των μικρομεσαίων εργοδοτών της αγοράς δεν ξέρω από που να αρχίσω να σχολιάζω τις «μνημονιακές» συστάσεις του ΔΝΤ για τη τετραετή «μεταμνημονιακή» περίοδο στην Ελλάδα, η οποία όπως φαίνεται θα αποδειχθεί εξίσου δύσκολη με τη οκταετή περίοδο των τριών μνημονίων», υπογραμμίζει ο Β. Κορκίδης.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα