Διεθνής αμηχανία για το αποτέλεσμα στην Τουρκία

Αμηχανία και προβληματισμό εκφράζουν διεθνείς παρατηρητές καθώς χθες Κυριακή ενεκρίθη με οριακή πλειοψηφία η ενίσχυση των εξουσιών του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος, το αποτέλεσμα του οποίου ίσως αποδειχθεί κρίσιμο για το μέλλον της χώρας.

Η έκβαση αυτή γίνεται φανερό ότι θα επηρεάσει τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις πολιτικές πρακτικές της Άγκυρας στο κουρδικό ζήτημα και την παραπέρα πορεία της τουρκικής κοινωνίας και της οικονομίας.

Το επίπεδο δημοκρατίας στην Τουρκία

Μετά το δημοψήφισμα, ο Ερντογάν αποκτά ενισχυμένες εξουσίες και έχει τη δυνατότητα να παραμείνει στην προεδρία ως το 2029. Η εκτελεστική εξουσία θα είναι συγκεντρωμένη στα χέρια του προέδρου. Το αξίωμα του πρωθυπουργού θα καταργηθεί.

Οι υποστηρικτές της συνταγματικής μεταρρύθμισης ισχυρίζονται ότι αυτό ήταν απαραίτητο για να σταθεροποιηθεί η κυβέρνηση και να υπάρξει σαφής διάκριση με τη δικαστική και τη νομοθετική εξουσία.

Οι αντίπαλοι τους τονίζουν ότι δεν υπάρχει πλέον κανένα αντίβαρο, κανένας μηχανισμός ελέγχου της εξουσίας του προέδρου, κάτι που οδηγεί στην εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού καθεστώτος.

Το προεδρικό σύστημα “συγκεντρώνει άνευ προηγουμένου εξουσίες στα χέρια ενός άνδρα και μόνο”, υπογραμμίζει ο Άλαν Μακόφσκι του ινστιτούτου μελετών Centre for American Progress.

Σχέσεις Τουρκίας – Ευρώπης

Οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης χειροτέρεψαν το τελευταίο διάστημα, καθώς ο Ερντογάν κατηγορούσε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για “ναζιστικές πρακτικές”.

Κατά τον Τούρκο πρόεδρο, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας στην ΕΕ, που λιμνάζουν εδώ και καιρό, θα τεθούν και πάλι σε δημόσια συζήτηση μετά το δημοψήφισμα. Ο Ερντογάν αναφέρθηκε προχθες στην πιθανή διοργάνωση ενός ακόμη δημοψηφίσματος, για την επαναφορά της θανατικής ποινής—κάτι που αποτελεί κόκκινη γραμμή για τις Βρυξέλλες.

“Η τακτική του να επιτίθεται συνεχώς στην ΕΕ (…) για να εξυπηρετήσει εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες πλέον φτάνει στα όριά της”, σύμφωνα με τον Μαρκ Πιερινί του κέντρου μελετών Carnegie Europe.

Μετά τη νίκη του στο δημοψήφισμα, ο Ερντογάν δεν αποκλείεται να εγκαταλείψει τον στόχο η χώρα να ενταχθεί στην ΕΕ και να προκρίνει απλά μια διμερή σχέση επικεντρωμένη στο εμπόριο, για παράδειγμα με την προώθηση μιας ενισχυμένης τελωνειακής ένωσης.

Ο πόλεμος κατά των Κούρδων

Μετά την κατάρρευση της εκεχειρίας με το PKK το καλοκαίρι του 2015, η νοτιοανατολική Τουρκία έχει βυθιστεί σε μια δίνη αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας και των κούρδων αυτονομιστών.

Οι νέες ευρείας κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις συνοδεύτηκαν από την διεύρυνση της καταστολής των Κούρδων, συμπεριλαμβανομένων πολλών πολιτικών και μέσων ενημέρωσης, που κατηγορούνται ότι συνδέονται με τις “τρομοκρατικές” ενέργειες του PKK.

Καθώς η νίκη του “ναι” επιτεύχθηκε με οριακή διαφορά, ο Ερντογάν ίσως υιοθετήσει μια πιο “συμβιβαστική” στάση στο κουρδικό ζήτημα, εκτιμά η Ασλί Αϊντιντασμπάς του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων.

Παρά ταύτα, προς το παρόν επιμένει στην πολεμική του ρητορική και τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ  μίλησαν για μια επικείμενη χερσαία επιχείρηση εναντίον του PKK στο βόρειο Ιράκ αμέσως μετά το δημοψήφισμα.

Η κοινωνική πόλωση

Η τουρκική κοινωνία όπως επιβεβαίωσε και το χθεσινό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι έντονα πολωμένη αναφορικά με το πρόσωπο του Ερντογάν. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα, ο Τούρκος πρόεδρος τοποθετήθηκε επανειλημμένα με ακραίους χαρακτηρισμούς για τους αντιπάλους του, κατηγορώντας τους ότι συνεργάζονται με τους “τρομοκράτες” και τους “πραξικοπηματίες”.

“Ο Ερντογάν κερδίζει (τις εκλογικές αναμετρήσεις), όμως, τελικά, η μισή χώρα τον αγαπά και η άλλη μισή τον απεχθάνεται. Αυτή είναι η αιτία της κρίσης της σύγχρονης Τουρκίας”, κρίνει ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, αναλυτής του Washington Institute.

Ορισμένοι παρατηρητές υποθέτουν ότι ο Ερντογάν θα υιοθετήσει μια πιο συμφιλιωτική πρακτική μετά το δημοψήφισμα.

“Τώρα έχει έλθει η ώρα της αλληλεγγύης, της ενότητας (…) όλοι μαζί είμαστε η Τουρκία”, είπε χθες ο πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ.

Η τουρκική οικονομία

Οι διεθνείς αγορές προεξοφλούσαν ότι το “ναι” θα κέρδιζε στο δημοψήφισμα έστω και οριακά-όπως ακριβώς και συνέβη- και προσδοκούσαν σε μια επιστροφή της Τουρκίας στη σταθερότητα η οποία έχει πληγεί τους τελευταίους 18 μήνες από τις αλλεπάλληλες τρομοκρατικές ενέργειες και την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος του Ιουλίου.

Παρά την ύπαρξη των παραπάνω προσδοκιών, μεσοπρόθεσμα κυριαρχεί η αβεβαιότητα. Η μείωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στους θεσμούς, η αυξημένη πόλωση της κοινωνίας και η καθυστέρηση της υιοθέτησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ίσως επηρεάσουν την οικονομική ανάπτυξη.

“Η νίκη του Ερντογάν ενδέχεται να γίνει δεκτή με ικανοποίηση από τις αγορές βραχυπρόθεσμα”, είχε εκτιμήσει πριν από την ψηφοφορία το γραφείο της εταιρείας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών BCG Partners στην Κωνσταντινούπολη.” Όμως η ανάπτυξη παραμένει ασθενική και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις (της μετατροπής) του συστήματος (σε προεδρικό) παραμένουν ακόμη άγνωστες”, συμπλήρωσε.

Πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα