Δίκη Τάσου Θεοφίλου:Μάρτυρες κατηγορίας αποδομούν το κατηγορητήριο

Με τις καταθέσεις 4 μαρτύρων κατηγορίας, 3 υπαλλήλων του υποκαταστήματος της Alpha Bank στη Νάουσα της Πάρου και ενός συναδέλφου και φίλου του θύματος Δημήτρη Μίχα, συνεχίστηκε σήμερα στο Εφετείο Αθηνών η δίκη του αναρχικού κομμουνιστή Τάσου Θεοφίλου. Σε αντίθεση με τους 2 προηγούμενους μάρτυρες, την αδερφή του θύματος Μαρία Μίχα-Μπεκιάρη και το στέλεχος της Αντιτρομοκρατικής Χαρδαλιά, οι σημερινοί συνέβαλαν, περισσότερο ή λιγότερο, στην αποδόμηση του σαθρού κατηγορητηρίου και στην ανάδειξη των μεθοδεύσεων των διωκτικών μηχανισμών.

Πρώτος κατέθεσε ο προϊστάμενος του υποκαταστήματος της τράπεζας, το οποίο δέχτηκε την εισβολή των 3 ληστών στις 10 Αυγούστου του 2012.

«Αρχικά εισήλθε άτομο που φορούσε καουμπόικο καπέλο με μαντίλι από κάτω- μπορεί και σκουφί-, γυαλιά, κοντομάνικο πόλο, με μουσάκι, ύψους 1.80 περίπου προς το αδύνατο με γυμνά χέρια, ενώ είχε τσαντάκι χιαστί. Στη συνέχεια εισήλθαν άλλοι 2, ο ένας γύρω στο 1.75-1.76, πλήρως καλυμμένος. Αυτός με απείλησε, με έσπρωξε πάνω στο χρηματοκιβώτιο, μου ζήτησε να του βάλω τους κωδικούς και με οδήγησε στο γραφείο του διευθυντή. Ο τρίτος, γύρω στο 1.70, με γυαλιά, μουσάκι, ψεύτικη μύτη και καπέλο λεγεώνας που κάλυπτε τα αυτιά, κάθισε προς την έξω πλευρά του γκισέ. Τότε, χτύπησε ο χρονοδιακόπτης, εκνευρίστηκαν, ο τρίτος είπε “μας έχουν πάρει χαμπάρι απ’ έξω”. Πήραν 59.640 ευρώ, άνοιξαν την πόρτα, έφυγαν και τότε άκουσα 3 πυροβολισμούς», εξιστόρησε.

Σε ερώτηση της έδρας κατά πόσο ο Τάσος Θεοφίλου έμοιαζε με κάποιον από τους δράστες της ληστείας, απάντησε: «Μόνο στο ύψος με τον πρώτο, δεν μπορώ να πω κάτι διαφορετικό».

«Είναι σπάνιο ύψος το 1.80;», τον ρώτησε ο συνήγορος υπεράσπισης Κώστας Παπαδάκης. «Όχι, το συνηθέστερο», παραδέχτηκε ο μάρτυρας. «Δε σας ρώτησαν κάτι για το καπέλο;», συνέχισε. «Όχι προσωπικά, δε μου έδειξαν το καπέλο, με ρώτησαν για τη φωτογραφία του», διευκρίνισε- και δεν ήταν ο μόνος. Το διαβόητο αυτό καπέλο, το μοναδικό «πειστήριο» των διαπραχθέντων εγκλημάτων, ουδέποτε, όπως προέκυψε και από τις καταθέσεις των υπόλοιπων μαρτύρων, επιδείχτηκε σε κάποιον από αυτούς από τις αστυνομικές αρχές, οι οποίες είχαν αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης.

Σύμφωνα με τον μάρτυρα, το καπέλο μεταφέρθηκε στο χώρο της τράπεζας «σε σχεδόν διαφανή, κοινή σακούλα». «Δε θυμάμαι τι ώρα το έφεραν, τι ώρα το πήραν και ποιος είπε πως ήταν από το σημείο της συμπλοκής», συμπλήρωσε. «Το ότι το το καπέλο το έφεραν σε σακούλα δεν υπάρχει στη δικογραφία, αυτό το εισφέρετε εσείς», σχολίασε η συνήγορος υπέράσπισης Άννυ Παπαρρούσου.

Ο εν λόγω μάρτυρας επέμεινε, εξάλλου, πως ένας από τους δράστες της ληστείας δήλωσε «Λεφτά του πελάτη δεν παίρνουμε». Αυτή η δήλωση, υποτιθέμενη όπως αποδείχτηκε από την κατάθεση της επόμενης μάρτυρος, έχει, ωστόσο, κατά κόρον χρησιμοποιηθεί από την πολιτική αγωγή και τα συστημικά Μ.Μ.Ε., προκειμένου να στηρίξει το «πολιτικό» υπόβαθρο της όλης ενέργειας, και κατ’ επέκταση την ενοχή του Τάσου Θεοφίλου.

«Βιολογικό υλικό δώσατε;», ήταν η επόμενη εύλογη ερώτηση, στην οποία απάντησε αρνητικά. Πάρθηκαν μονάχα αποτυπώματα.

Την υποτιθέμενη δήλωση ενός εκ των δραστών της ληστείας διέψευσε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο στην κατάθεσή που ακολούθησε υπάλληλος της τράπεζας, ξεκαθαρίζοντας ότι ήταν η ίδια που την είχε κάνει. «Δεν είπε αυτό», διευκρίνισε, αναφερόμενη στον δράστη. «Εγώ του είπα “δεν είναι λεφτά της τράπεζας, είναι του πελάτη”. Τότε εκείνος ρώτησε τον πελάτη αν είναι δικά του και εκείνος του απάντησε “ναι”. “Τότε δεν τα παίρνω”, είπε», συνέχισε την κατάθεσή της, βάζοντας με γενναιότητα και ανθρωπιά τέρμα στη σκόπιμη παραφιλολογία περί πολιτικού υποβάθρου της ενέργειας.

«Πόσα χρήματα σας πήραν;», την ρώτησε η πρόεδρος.

«Δε θυμάμαι. Για πολλές ώρες δεν μπορούσα να συνέλθω», απάντησε.

«Σας θυμίζει κάτι ο κατηγορούμενος;»

«Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα. Αν δεν είσαι σίγουρος για κάτι, είναι καλό να μη μιλήσεις», υπογράμμισε εκείνη.

«Η φωνή του;»

«Δε θα μπορούσα να τη θυμηθώ, δεν είχε κάποιο χαρακτηριστικό», επισήμανε.

Όπως και ο προηγούμενος μάρτυρας, ανέφερε ότι το καπέλο μεταφέρθηκε, και μόνο αυτό, σε απλή, διαφανή σακούλα από αστυνομικούς που βρίσκονταν έξω από την τράπεζα.

«Θεωρήθηκε δεδομένο ότι ήταν αυτό. Τι να μας ρωτήσουν; Αν δεν ήταν, θα λέγαμε “τι είναι αυτό;”, θα το συζητούσαμε», κατέθεσε η μάρτυρας.

Ο δε υποτιθέμενος φορέας του είχε τα χαρακτηριστικά του καλυμμένα, κοντομάνικη μπλούζα, άσπρο δέρμα χωρίς τρίχες, ενώ, σύμφωνα με την ίδια, το δεξί του χέρι ήταν καλυμμένο με διάφανο γάντι. «Γι’ αυτό δεν άφησε αποτυπώματα», συμπέρανε η μάρτυρας, η οποία, ωστόσο, «αναγνώρισε» το γάντι μόνο μετά από την παρακολούθηση του βίντεο από τη ληστεία κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας.

«Δεν τους είπατε ότι υπήρχε βίντεο;»

«Νόμιζα πως το ήξεραν. Το είδα 1 μέρα πριν καταθέσω με έναν ακόμα μάρτυρα. Για 100% σιγουριά ήθελα να το δω».

«Δε συνάδει προς την αντικειμενικότητα που πρέπει να επιδεικνύουν οι μάρτυρες η παρακολούθηση ενός βίντεο», παρατήρησε η Άννυ Παπαρρούσου.

«DNA σας πήραν;»

«Δε θυμάμαι κάτι τέτοιο».

Ακολούθησε η κατάθεση ενός ακόμα υπαλλήλου της τράπεζας, ο οποίος εν μέσω αντιφάσεων, παλινωδιών και αλληλοαναιρούμενων εξισορήσεων, κατάφερε να προκαλέσει εκνευρισμό τόσο στην έδρα, όσο και στην εισαγγελέα.

«Όταν έφυγαν οι ληστές, πήγα πίσω τους και κάθισα στην πόρτα. Τελευταίος έφυγε αυτός που είχε τα κλειδιά. Είδα ένα άτομο να πηγαίνει πίσω από τον ληστή και να τον πιάνει με τα χέρια από το λαιμό. Εκείνος με το καουμπόικο καπέλο είχε προτεταμένο το δεξί χέρι, κρατούσε όπλο και φαντάζομαι ότι πυροβολούσε. Πυροβολούσαν κι άλλοι. Είδα το χέρι του να κατεβαίνει και να γυρίζει, και σε ένα δευτερόλεπτο ο Μίχας έπεφτε κάτω. Πρέπει να έπεσαν πάνω από 10 πυροβολισμοί. Το περιστατικό κράτησε 8-10 λεπτά. Το καπέλο το έφεραν γύρω στις 9:30 το πρωί σε μια κοινή, διάφανη σακούλα. Δε συγκράτησα ποιος το έφερε», αφηγήθηκε.

Αδυνατούσε, ωστόσο, να εξηγήσει γιατί, παρά τον ισχυρισμό του πως στεκόταν κοντά στην πόρτα της τράπεζας, ο ίδιος δεν έχει καταγραφεί στο βίντεο της ίδιας της τράπεζας!

(Πρόεδρος): «Ο κατηγορούμενος σας θυμίζει κάποιον;»

(Μάρτυρας): «Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος. Οι πυροβολισμοί είχαν ξεκινήσει πριν προς τον αέρα, για εκφοβισμό. Επιτέθηκε στον Μίχα στην είσοδο της πλατείας, ενώ οι άλλοι συνέχιζαν να πυροβολούν. Ποιος πυροβολισμός ανήκει σε ποιο όπλο δεν ξέρω».

Με δεδομένα, εξάλλου, τα σημεία εισόδου και εξόδου των σφαιρών στο σώμα του θύματος, βάσει της ιατροδικαστικής έκθεσης, οι πυροβολισμοί δε θα μπορούσαν να έχουν προκύψει από άτομο ευρισκόμενο στη θέση και την απόσταση, όπου βρισκόταν ο έτερος συμπλεκόμενος, αν θεωρείτο αξιόπιστη η κατάθεση του συγκεκριμένου μάρτυρα.

«Η μαρτυρία του δε συνέβαλε στην οικοδόμηση της κατηγορίας, αλλά διεύρυνε τις αμφιβολίες», υπογράμμισε στο πλαίσιο της αξιολόγησης της κατάθεσής του ο Κώστας Παπαδάκης.

«Δεν ακολουθήθηκαν επιστημονικοί κανόνες στην ανάλυση του υλικού», σχολίασε η Άννυ Παπαρρούσου.

Η σημερινή συνεδρίαση ολοκληρώθηκε με την εξέταση ενός ακόμα μάρτυρα κατηγορίας, συναδέλφου και φίλου του Δημήτρη Μίχα, αυτόπτη μάρτυρα της συμπλοκής έξω από την τράπεζα.

«Ο Δημήτρης (σημ.: το θύμα) είχε εμπλακεί με τον ένα από τους τρεις. Ήταν καμουφλαρισμένοι εντελώς, καλυμμένα τα πρόσωπά τους. Δεν ήμουν ακριβώς κοντά, στα 2 μέτρα. Εγώ το μόνο που κατάλαβα ήταν οι πυροβολισμοί. Δεν μπορώ να θυμηθώ ποιος πυροβόλησε. Ο Δημήτρης έβλεπε τον ένα ληστή κατά πρόσωπο και τον έπιασε από μπροστά και πλάγια. Οι άλλοι 2 ξεμπλόκαραν τον δικό τους και ακούστηκαν πυροβολισμοί από αυτούς εξ επαφής, αποδεσμεύοντας τον δικό τους. Ήταν αγκαλιά, και οι 3 ένα σώμα. Αυτός που αποδεσμεύτηκε δεν πυροβόλησε εξ επαφής, αλλά μία φορά στον αέρα και μία προς την πλευρά των ταξί. Έπειτα έφυγαν και οι 3 μαζί, πυροβολώντας. Είχε πέσει ένα γκρι καουμπόικο καπέλο, δεν ξέρω από ποιον, και δε θυμάμαι ποιος το φορούσε. Κάποιος πρέπει να το έπιασε από τον κόσμο που ήταν τριγύρω. Είδα, επίσης, ένα κινητό πεσμένο σε ακτίνα 2 μέτρων από εκεί που είχε πέσει ο Μίχας. Μετά το συμβάν, τον σκεπάσαμε με ένα σεντόνι και φύγαμε. Δεν άντεχα να μείνω άλλο», συμπλήρωσε.

Η κατάθεση του αυτόπτη μάρτυρα, συναδέλφου και φίλου του θύματος επισφραγίστηκε με τη μη ταύτιση από την πλευρά του του καουμπόικου καπέλου, το οποίο εμφανίζεται να φέρει ένας εκ των δραστών της ληστείας στο βίντεο, με το φωτογραφημένο καπέλο που αποτελεί το μοναδικό «πειστήριο» των διαπραχθέντων εγκλημάτων. Το γεγονός αυτό προκάλεσε έντονο εκνευρισμό τόσο στην εισαγγελέα, η οποία, σε υψηλούς τόνους, έσπευσε να χαρακτηρίσει τις κατά καιρούς καταθέσεις του μάρτυρα «αντιφατικότατες», όσο και στον συνήγορο πολιτικής αγωγής της οικογένειας του θύματος, που τον εμφάνισε ως αναξιόπιστο.

«Τα λέει όπως τα λένε οι μάρτυρες, πηγαία και αυθόρμητα», αντέτεινε εύστοχα η Άννυ Παπαρρούσου.

«Είναι μια χαρά μάρτυρας, ο πιο αξιόπιστος στην περιγραφή των πραγμάτων», σημείωσε ο Σπύρος Φυτράκης.

«Δεν είχε κανένα λόγο να πει ψέματα υπέρ του κατηγορούμενου», επισήμανε το αυτονόητο ο Κώστας Παπαδάκης.

Η επόμενη συνεδρίαση της δίκης του αναρχικού κομμουνιστή Τάσου Θεοφίλου ορίστηκε για τις 3 Φεβρουαρίου στην αίθουσα Δ120Β του Εφετείου Αθηνών (6ος όροφος), στις 9 το πρωί.

Πηγή:Hitandrun.gr

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα