Βούτσης:Οι σκληροί της Ευρώπης θα ηττηθούν

Ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, σε συνέντευξή του στο tvxs.gr, μίλησε, μεταξύ άλλων,για τα όρια της «κοινωνικά βιώσιμης» συμφωνίας, για τον Σόιμπλε και τις απειλές περί Grexit, αλλά και για το αποτύπωμα της αριστερής διακυβέρνησης, τις διεργασίες στην κεντροαριστερά καθώς και για την κρίση στα μέσα ενημέρωσης.

Ολόκληρη η συνέντευξη του Νίκου Βούτση στο tvxs.gr στη Νικόλ Λειβαδάρη :

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι στόχος είναι μια συμφωνία «κοινωνικά βιώσιμη» που θα διασφαλίζει την ένταξη της χώρας στο QE. Τι σημαίνει «κοινωνικά βιώσιμη» – ποια είναι τα όρια των πιθανών υπαναχωρήσεων;

Νομίζω πως αυτά τα όρια είναι σαφή. Τίποτα έξω από τη συμφωνία η οποία έχει υπογραφεί το 2015 και την δεύτερη αξιολόγηση έτσι όπως έχει προδιαγραφεί μετά την πρώτη αξιολόγηση του Ιουνίου του 2016. Ο,τιδήποτε ακούγεται – και δεν θέλω να το προσδιορίσω τώρα αυτό το οτιδήποτε –  που είναι πέραν αυτής της συμφωνίας πιστεύω ότι δεν θα βοηθάει ούτε στην κοινωνική βιωσιμότητα, ούτε στο να βγει η χώρα στις αγορές έστω στο τέλος του 2017 όπως είναι και ο βασικός στόχος και του προγράμματος και δικός μας.
Αυτή τη στιγμή γίνεται μια εντατική προσπάθεια και από την ελληνική πλευρά και από τους ευρωπαίους. Ενδεχομένως και η απόφαση του ΔΝΤ –  ακριβώς επειδή είναι πρωτοφανής η διάσταση απόψεων –  δίνει έδαφος έτσι ώστε οι διαπραγματεύσεις που εξελίσσονται τώρα να έχουν ένα καλό αποτέλεσμα.
Είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε αισιόδοξοι και κινούμαστε σ’ αυτό το κλίμα.

Η έκθεση του ΔΝΤ επιβεβαίωσε το βαθύ ρήγμα στους κόλπους των δανειστών. Εσείς ο ίδιος όμως έχετε μιλήσει για έναν βρώμικο πόλεμο από κάποιους κύκλους κατά της χώρας μας. Ποιοι είναι αυτοί οι κύκλοι και τι στόχο θεωρείτε ότι έχουν;

Ο στόχος είναι αφ΄ενός να φανεί ότι τα προγράμματα για τη χώρα μας  ήταν σε σωστή κατεύθυνση, ενώ απεδείχθη περίτρανα – κι έχει κάνει αυτοκριτική δύο φορές και το ΔΝΤ, αλλά όχι ο κ. Τόμσεν – ότι δεν ήταν, δηλαδή δεν δώσανε αναπτυξιακή πνοή στην ελληνική οικονομία. Αντίθετα, οδήγησαν σε μία παρατεταμένη ύφεση.

Αυτό ακριβώς είναι το κρίσιμο ζήτημα. Δηλαδή αφ΄ενός θέλουν κάποιοι κύκλοι να φανεί ότι τα προγράμματα που επιβλήθηκαν στη χώρα μας ήταν σε σωστή κατεύθυνση, δίνανε βιώσιμο αποτέλεσμα και για το θέμα του χρέους και για την ελληνική κοινωνία.

Αφ’ ετέρου υπάρχει οπωσδήποτε και η επιβολή μίας σκληρής γραμμής λιτότητας – η στρατηγικής της λιτότητας – στην Ευρωπαϊκή Ενωση, κάτι το οποίο δεν μπορούν να το επιβάλουν στις δύο μεγάλες οικονομίες που είναι επίσης ασθενείς, της Ιταλίας και της Ισπανίας. Και κύκλοι περί τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας βρίσκουν σαν πιο αδύνατο κρίκο στην Ευρωπαϊκή Ενωση την Ελλάδα για να επιβληθεί αυτή η πάρα πολύ σκληρή λιτότητα.

Πλην όμως, επαναλαμβάνω είμαστε αισιόδοξοι διότι τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά από το 2015.

Οι διεργασίες που γίνονται σε ολόκληρη την ΕΕ είναι πολύ σημαντικές, η ρευστότητα είναι τρομακτική στο διεθνές οικονομικό κλίμα, ενώ δεν έχει διευκρινιστεί ούτε η σχέση της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ με το ΔΝΤ και άρα και η παρέμβαση του ΔΝΤ στην ΕΕ.

Αυτή η ρευστότητα, λοιπόν, καθώς και το γεγονός ότι ως χώρα έχουμε το δίκαιο με το μέρος μας, μας κάνει αισιόδοξους ότι θα βρεθούν λύσεις συμβατές με αυτά που έχει πει και ο κ. Ντράγκι: Δηλαδή, κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις βιωσιμότητας του χρέους και κλείσιμο  της δεύτερης αξιολόγησης, ώστε από το Μάρτιο κιόλας να μπούμε στην ποσοτική χαλάρωση. Η ποσοτική χαλάρωση δεν θα μας δώσει το διαβατήριο για τις αγορές. Θα είναι το σήμα όμως προς τις αγορές έτσι ώστε και οι τράπεζες να σταθούν όρθιες, να επανέλθουν καταθέσεις, και η χώρα να μπορέσει να πετύχει τους στόχους οι οποίοι από όλα τα διεθνή φόρα έχουν συνομολογηθεί για το 2017.
Για να να ισχύσουν όμως αυτά, προφανώς χρειάζεται ομαλή πορεία.

Χρειάζεται να κλείσει η αξιολόγηση, ει δυνατόν χθες.  Θα είναι μία ήττα της άποψης των σκληρών στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Διότι ο πόλεμος που γίνεται πλέον είναι μάχες οπισθοφυλακών, δεν είναι ίδιες οι συνθήκες όπως το 2015 και το 2016.

Σας ανησυχεί ότι επανέρχεται από κάποιες πλευρές η απειλή του Grexit;

Θα έλεγα όχι. Και για τον εξής λόγο: Οτι δεν επανέρχεται πια ως μία απειλή και ως ένα σχέδιο όπως το 2015. Τότε ήταν ένα σχέδιο το οποίο είχε ετοιμάσει ο υπουργός  Οικονομικών της Γερμανίας και μας παρουσιάστηκε, και μάλιστα με την συναίνεση τότε οκτώ ή και δέκα χωρών, ως επιλογή.

Τώρα δεν επανέρχεται ως κάτι τέτοιο αυτή η απειλή. Επανέρχεται στο πλαίσιο της διακαούς, απ’ ό,τι φαίνεται,  επιθυμίας της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ να οδηγηθεί η ΕΕ και το ευρώ σε πλήρες αδιέξοδο.

Γι αυτό και είχαν χαιρετίσει το Brexit, γι αυτό κι ο νέος πρέσβης που θέλει να στείλει στην ΕΕ ο Τραμπ έκανε αυτές τις δηλώσεις για την Ελλάδα. Δηλαδή είναι ένα επιχείρημα για περαιτέρω ξήλωμα της κάλτσας της Ευρώπης που αφορά στη διένεξη πια – για να μην πω στον πόλεμο – με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και με την ΕΕ εν συνόλω.
Δεν αφορά την σύγκρουση της Ελλάδας με τους δανειστές της. Και ως εκ τούτου δεν αποδίδω ιδιαίτερη σημασία.

Σ’ αυτή την τελική φάση της διαπραγμάτευσης προκάλεσε πολιτικό θόρυβο, και τη δική σας αντίδραση επίσης, η επιστολή Τσακαλώτου προς τους δανειστές για τα προαπαιτούμενα. Και προκάλεσε επίσης εκτιμήσεις για ρήγμα μεταξύ σας ή ρήγμα στην κυβέρνηση. Υπάρχει τέτοιο ρήγμα;

Ηταν μια  διαδικαστικού τύπου διαφωνία. Δηλαδή, είχε να κάνει με το κατά πόσο επικοινωνιακά είχε υποστηριχθεί έγκαιρα αυτή η επιστολή που είχε στείλει ο υπουργός Οικονομικών. Αφ ης στιγμής δόθηκαν και δημόσια οι εξηγήσεις και δεν έτυχαν καμίας αμφισβήτησης ούτε καν από την αξιωματική αντιπολίτευση – ότι δηλαδή δεν πρόκειται για επιπλέον μέτρα προς νομοθέτηση αλλά οι εκκρεμότητες είναι απλές υπουργικές αποφάσεις – δεν υπάρχει καμία ουσιαστική διαφωνία ή πεδίο διαφωνιών. Σε καμία περίπτωση, σας διαβεβαιώ απολύτως.

Ο πρόεδρος της ΝΔ ζητά σταθερά εκλογές. Και εντός ΣΥΡΙΖΑ επίσης εκφράζονται προβληματισμοί για το μέχρι ποιου ορίου πρέπει να προχωρήσει ο συμβιβασμός με τους δανειστές. Εχει ακουστεί και η άποψη ότι ίσως θα έπρεπε η αριστερά όταν δεν μπορεί να κυβερνήσει με βάση τις δικές της αξίες, να αποχωρεί. Τί θεωρείτε ότι θα σήμαινε μια προσφυγή στις κάλπες τώρα;

Αποκλείονται απολύτως οι εκλογές. Σας το λέω ευθύτατα, η απόφαση της κυβέρνησης έχει εκτεθεί και δημόσια: Δεν είναι δυνατόν την ώρα που βρισκόμαστε στον πιο κρίσιμο χρόνο, την ώρα που ρεαλιστικά μπορεί να βγει η χώρα από το τούνελ, εμείς να στρίψουμε διαφορετικά τον ρου της ιστορικής αυτής εξέλιξης και να πάμε σε μια πολιτική αναστάτωση με ερωτήματα και διλήμματα τα οποία εκ των πραγμάτων θα οδηγήσουν σε πολύ σκληρές μελλοντικές δεσμεύσεις – ενδεχομένως και για νέα Μνημόνια.

Είναι έξω από την ατζέντα και έξω από τον ορίζοντά μας απολύτως να γίνουν εκλογές, σας το λέω ευθύτατα.

Θα ολοκληρωθεί αυτή η πορεία μέχρι το 2019, θα έχει αφήσει το αποτύπωμά της αυτή η κυβέρνηση, πιστεύω πως θα είναι ένα θετικό αποτύπωμα διότι σιγά – σιγά οικοδομείται αυτή η θετική πλευρά των κυβερνητικών δράσεων. Είναι δράσεις που θα βοηθήσουν έτσι ώστε το αποτύπωμα της Αριστεράς, για το οποίο υπάρχει μια ανησυχία από όλους μας – για το κατά πόσο θα είναι ορατό και διακριτό από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές – θα είναι πάρα πολύ αδρό.

Θα ήταν λάθος και εξ αυτού να πηγαίναμε σε εκλογές σήμερα διότι αυτό δεν έχει φανεί ακόμη. Δηλαδή, δεν είναι τόσο αδρό αυτό το αποτύπωμα για να υπάρχει ένα προεκλογικό αφήγημα.

Εάν όμως οι δανειστές επιμείνουν στις απαιτήσεις τους φθάνοντας στα άκρα ποια μπορεί να είναι η αντίδραση της κυβέρνησης;

Η επιμονή. Περί αυτού πρόκειται. Δεν θέλουμε να χάσουμε ημερομηνίες. Δεν είναι η ασφυκτική οικονομική κατάσταση η οποία υπήρχε το 2015. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε κάποιους μήνες μπροστά μας που θα μπορούσε η κυβέρνηση, η χώρα με ίδια μέσα να προχωρήσει. Δεν μας αρκεί όμως αυτό. Το πραγματικό πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι το ότι δεν θέλουμε να αλλάξει το κλίμα ευρύτερα για την ελληνική οικονομία με την καθυστέρηση και δεν θέλουμε να χάσουμε ημερομηνίες σαν αυτή που αφορά την ποσοτική χαλάρωση.

Μιλήσατε για τη ρευστότητα και την κινητικότητα σε πολιτικό επίπεδο στην Ευρώπη. Μια αντίστοιχη κινητικότητα έχουμε και στην ελληνική κεντροαριστερά. Τον ΣΥΡΙΖΑ τον αφορά αυτή η κινητικότητα; Υπάρχει δυνατότητα σύγκλισης, ενδεχομένως και συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, το ΠΑΣΟΚ;

Ο ΣΥΡΙΖΑ προφανώς ενδιαφέρεται για την διαμόρφωση του συνολικού πολιτικού χάρτη και τοπίου.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε εδώ ότι ενώ φαίνεται η κυβέρνηση συμπιεσμένη, και ο ΣΥΡΙΖΑ δημοσκοπικά συμπιεσμένος δεν υπάρχουν ούτε τάσεις, ούτε υπόνοια να ξεφτίσει η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΖΑ. Αντιθέτως, υπάρχουν κάποιες σοβαρές διεργασίες και αλλαγές και αποχωρήσεις ή προσχωρήσεις βουλευτών σ’ αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο.

Θέλω να είμαι ευθύς σε σχέση με το ΠΑΣΟΚ και τη Δημοκρατική Συμπαράταξη: Η υπόθεση αυτή θα αρχίσει να μας αφορά πιο ιδιαίτερα – όπως μας αφορά και στην Ευρώπη όπου συμμετέχουμε σε αυτές τις διεργασίες αποκόλλησης των σοσιαλιστών και σοσιαλδημοκρατών από τον σφιχτό εναγκαλισμό με τις νεοφιλελεύθερες δυνάμεις – στον βαθμό που από την πλευρά της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του ΠΑΣΟΚ θα υπάρχουν αλλαγές πολιτικής. Πράγμα, το οποίο για την ώρα καθόλου δεν φαίνεται. Αντίθετα, στη συνείδηση του κόσμου έχει μείνει η Δημοκρατική Συμπαράταξη και το ΠΑΣΟΚ σαν ένα βασικό κομμάτι του παλιού πολιτικού συστήματος με βασικές ευθύνες για το που έχει φθάσει η χώρα.

Ηταν ενδεικτική προς τούτο η τελευταία συζήτηση στη Βουλή σε σχέση με τη διαπλοκή και τα μέσα ενημέρωσης, όπου η Δημοκρατικη Συμπαράταξη δεν έδειξε καθόλου ότι κάνει μια τομή σε σχέση με το παρελθόν κι ότι ξεκινά μια στροφή προς το προοδευτικό κοινό και τις προοδευτικές δυνάμεις.

Συνεχίζουν να είναι σε δύο βάρκες, με ανοιχτές απόψεις ακόμη και για συνεργασία με τη ΝΔ – και κυρίως δεν παίρνουν τις ευθύνες που έχουν για το που έφθασε η χώρα.

Θέμα επαναφοράς από την κυβέρνηση του εκλογικού νόμου υπάρχει, στην προοπτική να ισχύσει η απλή αναλογική απο τις επόμενες εκλογές;

Η κυβέρνηση ό,τι ήταν να κάνει γι αυτό το ζήτημα το έκανε και είμαστε υπερήφανοι που αυτή η Βουλή ψήφισε την απλή αναλογική για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας.
Εάν από άλλες πολιτικές δυνάμεις – οι οποίες αντιστάθηκαν και οδήγησαν στο να μην υπάρχουν 200 ψήφοι για την απλή αναλογική, –  επανέλθει αυτό το ζήτημα προφανώς θα το ξαναδούμε, και προφανώς θα το χαιρετίσουμε. Αλλά δεν πρόκειται εμείς, δεν πρόκειται από την πλευρά της πλειοψηφίας να υπάρχει μια τέτοια πρωτοβουλία.

Χθες κυκλοφόρησε ένα δραματικό, και ίσως και το τελευταίο, φύλλο μια ιστορικής εφημερίδας, των ΝΕΩΝ. Και σ΄αυτό το φύλλο υπήρξε και μια έκκληση προσωπικά προς εσάς να αναλάβετε πρωτοβουλίες διάσωσης του ΔΟΛ. Υπάρχει προοπτική για κάποια τέτοια πρωτοβουλί; Τί απαντάτε σ’ αυτή την έκκληση;

Γνωρίζετε ότι εξελίσσεται μία πρωτοβουλία από την πλευρά της κυρίας Γεννηματά, για την οποία έχω επιφυλαχθεί να τοποθετηθώ μέσα στις επόμενες ημέρες.
Γνωρίζετε όμως επίσης ότι έγινε και μια προσπάθεια από όλες τις πλευρές – και μπορώ να πω και με ενθάρρυνση από την ελληνική κυβέρνηση  – που απ’ ό,τι φαίνεται ολοκληρώθηκε πριν από δύο εβδομάδες.

Αφορούσε στο εξής, για το οποίο δημόσια είχε τοποθετηθεί ο πρωθυπουργός: Ενα καθαρό τοπίο πάνω στο τραπέζι, δηλαδή η διαμόρφωση ενός πλαισίου συμφωνίας με νέους επενδυτές, με πλήρη αποχώρηση της ιδιοκτησίας που έχει βαρύτατες και συνολικές ευθύνες για το που έφθασε και πως έφθασε ο ΔΟΛ, και βεβαίως με μία βοήθεια που θα υποχρέωνε και το τραπεζικό σύστημα να παράσχει χρηματοδότηση έτσι ώστε η όποια διαδικασία να γίνει εν λειτουργία για τις εφημερίδες, να μην απαξιωθούν οι τίτλοι, και κυρίως οι εργαζόμενοι να εργάζονται αμειβόμενοι.

Αυτό ήταν το πλαίσιο και για μερικές μέρες υπήρχε μια ευρύτερη αισιοδοξία ότι θα μπορούσε να διαμορφώσει μια λύση.
Με ευθύνη όμως της ιδιοκτησίας του ΔΟΛ αυτό το πλαίσιο δεν ευοδώθηκε, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να υπάρξει προνομιακή διαχείριση από την πλευρά της κυβέρνησης και από την πλευρά του πολιτικού συστήματος.

Είναι κάτι που μας προβληματίζει πάρα πολύ, μας λυπεί κιόλας – διότι διαμορφώνει ένα περαιτέρω ντόμινο στις εξελίξεις που έχουν αρχίσει εδώ και χρόνια σ’ αυτό τον ευαίσθητο χώρο του Τύπου. Και είναι και θέμα Δημοκρατίας, είναι σαφές.

Καθένας παίρνει τις ευθύνες που του αναλογούν, και που μπορεί να πάρει. Δεν θέλω να πω κάτι άλλο. Διότι πλέον, μετά και τη δικαστική απόφαση, φαίνεται πως είναι μονόδρομος η λύση αυτής της υπόθεσης με τον πιο κακό για τους εργαζόμενους τρόπο. Ενδεχομένως και για τα σήματα των εφημερίδων, διότι μπορεί να οδηγηθούν σε μία απαξίωση. Επαναλαμβάνω όμως ότι η ευθύνη αφορά αποκλειστικά στην ιδιοκτησία. Και επίσης θέλω να επισημάνω πως όταν ο πρωθυπουργός δημόσια έθεσε αυτό το ζήτημα στη Βουλή, από πλευράς της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν υπήρξε κανένα σήμα για μια προσπάθεια που θα αφορούσε όλο το δημοκρατικό φάσμα των πολιτικών δυνάμεων. Αντίθετα, από άλλες δυνάμεις, τη Δημοκρατική Συμπαράταξη και τον κ. Θεοδωράκη υπήρξε δημοσίως μια θετική στάση.

Πρέπει τα πράγματα να τα αποκρυπτογραφούμε και να τα καταγράφουμε έτσι όπως ακριβώς γίνανε.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα