Στο «εδώλιο» το καρτέλ των μεγαλοεργολάβων

ÏÄÉÊÁ ÅÑÃÁ ÓÔÇÍ ÅÈÍÉÊÇ ÏÄÏ ÁÈÇÍÙÍ  ÐÁÔÑÙÍ--×ÑÇÓÔÏÓ ÌÐÏÍÇÓ//EUROKINISSIΣτις 21 Ιουλίου θα καθίσει για πρώτη φορά στο «εδώλιο» της Επιτρο­πής Ανταγωνισμού το παράλληλο κράτος, η σκιώδης διακυβέρνηση των μεγαλοεργολάβων, που εδώ και δεκαετίες σε αγαστή συνεργασία με τους πολιτικούς τους επικεφαλής καθώς και στελέχη της δημόσιας διοίκησης στήνουν διαγωνισμούς και ροκανίζουν τα χρήματα των φο­ρολογουμένων και τα ευρωπαϊκά κονδύλια.

της Βάλιας Μπαζού

(αναδημοσίευση απο το “Ποντίκι” που κυκλοφορεί σήμερα)

Η αποκάλυψη του μεγαλύτερου καρτέλ στην ιστορία της χώρας – και όχι μόνον – έρχεται να ρίξει φως με στοιχεία στο συλλογικό μας μυστικό.

Έρχεται να επιβεβαιώσει τον «νόμο» που επέ­βαλαν από κοινού το πολιτικό και επιχειρηματι­κό κατεστημένο της χώρας. Τον «νόμο» του ερ­γολάβου που ως ο απόλυτος νταβατζής στήνει τους διαγωνισμούς, αρπάζει τα έργα και μοιρά­ζει την πίτα των δισεκατομμυρίων ευρώ κατά το δοκούν.

Ο χαρακτηρισμός παράλληλο κράτος και σκι­ώδης διακυβέρνηση των μεγαλοεργολάβων αποτυπώνει πλήρως το τι συμβαίνει στη χώρα μας εδώ και δεκαετίες. Και αυτό γιατί η εισή­γηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού προς την Επιτροπή Ανταγωνισμού αποκαλύπτει ότι στο κόλπο γκρόσο συμμετείχαν εδώ και δε­καετίες οι πάντες. Όλες οι ελληνικές εταιρείες -μεγάλες και μικρομεσαίες – αλλά και 20 ξένες, από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, που μόλις πάτησαν το πόδι τους στην Ελλάδα έγιναν μέ­ρος του συστήματος.

«Too big to fail?»

Η αποκάλυψη, όμως, της ταυτότητας και των μεθόδων αυτού που γενικά και αόριστα καταγ­γέλλεται όλες αυτές τις δεκαετίες ως διαπλοκή, έρχεται να δοκιμάσει αντοχές, νόμους, προθέ­σεις, την κοινή λογική.

Έρχεται να βάλει τον κάθε κατεργάρη στον πάγκο του, μια και τώρα μένει να αποδειχθεί εάν πράγματι μπορεί να ξεριζωθεί η «καρδιά του κτήνους», εάν πράγματι μπορεί να ξηλωθεί το κράτος εν κράτει.

Γιατί το βασικό ερώτημα που πρέπει να απα­ντηθεί προς την κοινωνία είναι εάν το καρτέλ των μεγαλοεργολάβων είναι «too big to fail». Δηλαδή, πολύ μεγάλο για να καταρρεύσει ή, κα­λύτερα, τόσο μεγάλο που ούτε και αυτή η κυ­βέρνηση θα μπορέσει να το αφήσει να καταρ­ρεύσει προκειμένου να υπάρξει δικαιοσύνη και να μπουν νέοι όροι στην αγορά των δημοσίων έργων.

Σε λιγότερο από τριάντα ημέρες, οι εκπρόσωποι 61 κατασκευαστικών εταιρειών θα προσέλ­θουν να δώσουν απαντήσεις στην ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τα μύρια όσα αποκαλύπτονται στην εισήγηση της Γενικής Δι­εύθυνσης Ανταγωνισμού, η οποία συνοδεύε­ται από δεκάδες χιλιάδες σελίδες αποδεικτικών στοιχείων.

Στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μέσα από την κατάσχεση υπολογιστών και εγγράφων έπειτα από αιφνιδιαστικές εφόδους που έγιναν τα τε­λευταία τρία χρόνια στα γραφεία των μεγαλύτε­ρων κατασκευαστικών ομίλων και των δύο ερ­γοληπτικών σωματείων (ΣTEAT-ΣATE).

Άκρως σημαντικό ρόλο στις αποκαλύψεις και στη σύνθεση του παζλ έπαιξε και το λεγόμενο «βαθύ λαρύγγι» ή αλλιώς ο όμιλος Τεχνική Ολυ­μπιακή, που επέλεξε να αποκαλύψει σημαντικά στοιχεία για το στήσιμο και τη λειτουργία του καρτέλ, εξασφαλίζοντας την υπαγωγή του στο πρόγραμμα επιείκειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Σύμφωνα με την εισήγηση, εταιρείες των ομίλων Ελλάκτωρ, J&P ΑΒΑΞ, ΓΕΚΤΕΡΝΑ, Τε­χνική Ολυμπιακή και Intracom συμμετείχαν, με διαφορετικό χρόνο έναρξης η κάθε μια, σε καρτελική σύμπραξη για τη χειραγώγηση δια­γωνισμών δημοσίων έργων, η οποία διήρκεσε για μακρό χρονικό διάστημα από το 1989 έως και το 2016.

Το καταπληκτικό είναι ότι στο σύστημα «στή­νω και αρπάζω» εντάχθηκαν, μόλις πάτησαν πό­δι για μπίζνες στην Ελλάδα, και ξένες εταιρείες, όπως η γαλλική Vinci και οι γερμανικές Hochtief και Siemens.

Το στήσιμο, σύμφωνα με τα αποδεικτικά στοιχεία, αφορά σχεδόν το σύνολο των μεγά­λων ελληνικών και ξένων κατασκευαστικών αλλά και σχεδόν το σύνολο όλων των μεγάλων έργων, η εκμετάλλευση πολλών εκ των οποίων έχει παραχωρηθεί στους μεγαλοεργολάβους! Από τους μεγάλους αυτοκινητόδρομους μέχρι το μετρό, τον προαστιακό, το σιδηροδρομικό δίκτυο και γενικά έργα που είτε παραχωρήθη­καν είτε ανατέθηκαν μέσω ΣΔΙΤ, συμπράξεων, δηλαδή, δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

Για να το κάνουμε λιανά, το καρτέλ των με­γαλοεργολάβων επί της ουσίας διαχειρίστηκε τα τελευταία 27 χρόνια όπως ήθελε και όπως ήθελαν οι πολιτικοί του φίλοι τα δεκάδες δισε­κατομμύρια ευρώ από ευρωπαϊκά κονδύλια και εθνικούς πόρους.

Πώς τα έτρωγαν

Το πλήθος των αποδεικτικών στοιχείων που συγκέντρωσε κατά την έρευνά της η Γενική Δι­εύθυνση Ανταγωνισμού αποκαλύπτει τον τρό­πο με τον οποίο εδώ και δεκαετίες στήνονται οι διαγωνισμοί μεταξύ των μεγαλοεργολάβων και μοιράζεται το χρήμα.

Συγκεκριμένα, οι εμπλεκόμενες εταιρείες έκαναν συνεννοήσεις έτσι ώστε:

– να προσδιορίζουν εκ των προτέρων ποιος θα πάρει το έργο ανά διαγωνισμό,

– να καθορίζουν το ύψος των εκπτώσεων που θα προσέφεραν,

– να μην υποβάλουν οικονομικές προσφορές σε διαγωνισμούς έναντι οικονομικών ανταλλαγ­μάτων που έπαιρναν από τις εταιρείες που ήθε­λαν να «χτυπήσουν» το έργο,

– την από κοινού εκτέλεση των έργων, παρά τη συμμετοχή τους σε φαινομενικά ανταγωνι­στικά σχήματα, μέσω επαφών που έκαναν πριν από την υποβολή οικονομικών προσφορών, ή/ και

– την παραίτηση από τη διεκδίκηση διαγωνι­σμών με αντάλλαγμα την από κοινού συμμετο­χή στην εκτέλεση των έργων.

Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι συνεννοήσεις και η δημιουργία του πανίσχυρου καρτέλ, που ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος των δημοσίων έργων, υλοποιήθηκε κυρίως μέσω τακτικών συναντήσεων εκπροσώπων των εμπλεκόμενων ανταγωνιστών αλλά και με τη σύναψη διασφαλιστικών/αποζημιωτικών συμφωνητικών!

Παζάρι στο παρασκήνιο

Οι ισχυροί κραδασμοί που προκλήθηκαν με τη δημοσίευση της εισήγησης της Γενικής Δι­εύθυνσης Ανταγωνισμού κινητοποίησαν δυνά­μεις στο παρασκήνιο αλλά και στο προσκήνιο, προκειμένου το μέγα σκάνδαλο να διευθετηθεί κατά το δυνατόν και να μην υπάρξουν μη διαχειρίσιμες εξελίξεις.

Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κατά την ψήφιση των μέτρων για την πρώτη αξιολόγηση εισήχθη ρύθμιση που προέβλεπε την ποινική ασυλία των μεγαλοεργολάβων στην περίπτωση πληρωμής του προστίμου για τη δημιουργία καρτέλ και νόθευσης του ανταγωνισμού.

Όπως σημείωναν στο «Π» στελέχη που γνω­ρίζουν καλά το θέμα, η ρύθμιση κατατέθηκε για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν ο φόβος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ενδεχομένου σε περίπτωση ποινικών διώξεων να ζητηθεί η επι­στροφή κοινοτικών κονδυλίων που είχαν δια­τεθεί για τα έργα που αποδείχθηκε ότι δόθη­καν με στημένους διαγωνισμούς. Ο δεύτερος λόγος, όπως έλεγαν χαρακτηριστικά, ήταν ότι η έκταση του σκανδάλου θα οδηγούσε στο σκαμνί σχεδόν το σύνολο των ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών, ενώ θα άφηνε στο απυρόβλητο τις ξένες που επίσης συμμετείχαν στο καρτέλ.

Το σκεπτικό αυτό αποδεικνύει ότι οι καθ’ ύλην αρμόδιοι έχουν τρομακτικό πρόβλημα στη δια­χείριση του μεγάλου σκανδάλου.

Η ρύθμιση αποσύρθηκε τελικά μετά τον τε­ράστιο σάλο που προκλήθηκε, αφού οι πολίτες έκπληκτοι συνειδητοποίησαν ότι είχε δρομολο­γηθεί λύση για να πέσουν οι μεγαλοεργολάβοι στα μαλακά. Έτσι η κυβέρνηση έκανε πίσω και ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος κατέθεσε νέα ρύθμιση, η οποία προβλέπει ότι σε περιπτώσεις παραβίασης του ελεύθερου ανταγωνισμού, αν καταβληθεί το πρόστιμο, εξαλείφεται το αξιόποινο «για μία και μόνο πρά­ξη», εκείνη που αφορά το διοικητικό πρόστιμο, και όχι για τα συρρέοντα εγκλήματα.

Το μπαλάκι, πλέον, βρίσκεται σε πρώτη φά­ση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία στις 21 Ιουλίου θα αρχίσει τις ακροάσεις με τους εκ­προσώπους των 61 κατασκευαστικών εταιρει­ών προκειμένου να καταλήξει στις αποφάσεις της. Δηλαδή, σε ποιους θα επιβληθεί πρόστιμο και τι ύψους θα είναι αυτό. Με δεδομένο ότι η ρύθμιση για γενική ποινική ασυλία δεν πέρασε, το επόμενο βήμα θα είναι ποιοι ενδεχομένως θα παραπεμφθούν στη δικαιοσύνη με βαριές ποινικές κατηγορίες.

Το τρίτο και πιο επίφοβο βήμα είναι εάν θα υπάρξει αντίδραση από τα ευρωπαϊκά όργανα, αφού οι Βρυξέλλες θα αποκτήσουν πλήρη πρό­σβαση σε όλα τα στοιχεία του σκανδάλου. Και όπως μας λένε στελέχη που γνωρίζουν καλά το θέμα, «δεν μπορούμε ούτε να φανταστούμε τι έχει να γίνει στην περίπτωση που θελήσουν να θέσουν θέμα με τα κοινοτικά κονδύλια».

Στον αντίποδα, βέβαια, στελέχη που γνωρί­ζουν καλά τα των Βρυξελλών επισημαίνουν ότι η εμπλοκή σχεδόν όλων των μεγάλων ευρωπα­ϊκών κατασκευαστικών εταιρειών στο σκάνδα­λο είναι και μια «ασπίδα» προστασίας απέναντι σε ενδεχόμενες διεκδικήσεις, αφού το στήσιμο των διαγωνισμών δεν ήταν κοινό μυστικό μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις Βρυξέλλες.

Οι πληροφορίες του «Π» αναφέρουν ότι ήδη παρασκηνιακά μεταφέρονται από τους εμπλε­κόμενους στο καρτέλ διάφορα μηνύματα για τις δραματικές επιπτώσεις που θα έχει στην οικο­νομία της χώρας η επιβολή ενός μεγάλου προ­στίμου σχεδόν στο σύνολο των εργολάβων κα­θώς και το ενδεχόμενο ποινικής τους δίωξης.

Και όπως πάντα, βάζουν μπροστά τους εργα­ζόμενους και την απειλή εγκατάλειψης των ερ­γοταξίων. Οι ισχυροί του κλάδου που βρίσκο­νται στον πυρήνα του καρτέλ έχουν διαμηνύσει ότι εάν επιβληθούν υψηλά πρόστιμα ή κυρώ­σεις, όπως αφαίρεση πτυχίων και αποκλεισμός από διαγωνισμούς, θα «τινάξουν» τα εργοτάξια στον αέρα, θα απολύσουν τους εργαζόμενους και θα αφήσουν τα έργα στη μέση, και μάλιστα σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους για τη χώ­ρα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι επί της ουσίας οι πι­έσεις έχουν ξεκινήσει εδώ και μήνες, αφού οι πληροφορίες έλεγαν ότι η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού ήταν στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση της εισήγησής της προς την ολο­μέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Η ταμπακέρα

Η κυβέρνηση Τσίπρα, που δεν έχει «σκελε­τούς» στην ντουλάπα και έχει επενδύσει στον «πόλεμο» κατά της διαπλοκής, καλείται τώρα να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί το μεγαλύ­τερο σκάνδαλο στον τομέα των δημοσίων έρ­γων διά χειρός των μεγαλοεργολάβων που προ εκλογικά και μετεκλογικά κατήγγειλε.

Και καλείται να το αποδείξει σε μια χρονική περίοδο όπου η απώλεια έστω και μιας θέσης εργασίας κοστίζει ακριβά, ενώ η εγκατάλειψη των εργοταξίων θα κρασάρει την αγορά.

Τρία είναι τα κρίσιμα στάδια στη διαχείριση του μεγάλου σκανδάλου. Το πρώτο είναι πώς θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση τις απειλές των μεγαλοεργολάβων, που θα κρατούν ομήρους τους εργαζόμενους και τα έργα. Πώς θα αντιμε­τωπίσει τους ισχυρισμούς τους ότι οι εταιρείες τους θα πτωχεύσουν τη στιγμή που οι ιδιοκτή­τες τους θα ευημερούν.

Το δεύτερο είναι πώς θα μπορέσει να ξηλώ­σει το σάπιο σύστημα με τους στημένους δι­αγωνισμούς στα δημόσια έργα και να επιβάλει όρους υγιούς ανταγωνισμού με πλήρη διαφά­νεια προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος αλλά και της ανάπτυξης της επιχειρηματικότη­τας με όρους καθαρούς, χωρίς στημένους δια­γωνισμούς και επιχειρήσεις που συνθλίβονται από τα καρτέλ.

Και το τρίτο και κυριότερο είναι πώς θα μπο­ρέσει να ικανοποιήσει το κοινό περί δικαίου αί­σθημα. Πώς θα μπορέσει να αποδείξει στην κοι­νωνία ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και ότι οι νόμοι θα εφαρμόζονται για όλους. Ότι οι ισχυροί δεν θα τη σκαπουλάρουν και ότι εκείνοι που έστη­ναν διαγωνισμούς και μοίραζαν δεκάδες δισεκατομμύρια σε όποιον και όπως ήθελαν δεν θα πέσουν στα μαλακά και θα βάλουν βαθιά το χέ­ρι στην τσέπη για να πληρώσουν για τις παράνο­μες πρακτικές τους.

Σίγουρα πρόκειται για ένα στοίχημα που δεν είναι εύκολο και η κάθε κίνηση θα έχει πολυεπίπεδες επιπτώσεις. Όπως, όμως, πολυεπίπεδες επιπτώσεις θα έχει και η ενδεχόμενη αδρά­νεια, η οποία θα εκληφθεί από την κοινωνία με τον στίχο «όλα τριγύρω αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν».

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα