Ζαν-Πωλ Σαρτρ:Απόλυτα ελεύθερος και υπεύθυνος

jean-paul-sartre-1Στις 21 Ιουνίου του 1905, έρχεται στον κόσμο ο Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας Ζαν-Πωλ Σαρτρ. «Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να ζει ελεύθερος», υποστήριζε και ίσως, τελικά, ο μόνος «περιορισμός» που είχε ο ίδιος  στη ζωή του ήταν η απεγνωσμένη ανάγκη να πράττει και να σκέφτεται χωρίς συμβιβασμούς και όρια.

Ο Σάρτρ γεννήθηκε στο Παρίσι. Ο πρόωρος χαμός του πατέρα του και η αδυναμία της μάνας του να τον μεγαλώσει, τον οδήγησαν στο σπίτι του συντηρητικού παππού του, ο οποίος τον μύησε στο κόσμο του βιβλίου. Σύντομα, ο Σάρτρ μετατρέπεται σε ένα παιδί- βιβλιοφάγο. Αποφοίτησε από το Ecole Normale Supérieure του Παρισιού και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Fribourg, στην Ελβετία, καθώς και στο Γαλλικό Ινστιτούτο του Βερολίνου.

Με την ενηλικίωσή του ο Σάρτρ εξελίσσεται σε έναν γοητευτικό νεαρό, με φιλοσοφικούς στοχασμούς και «εμβρυακές» πολιτικές ανησυχίες. Σύντομα θα γνωρίσει τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, την γυναίκα που θα τον συντροφέψει σε όλη του τη ζωή. Η σχέση τους προσδιορίστηκε μέσα από τις ελευθεριακές αντιλήψεις του Σάρτρ, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν πλήθος παράλληλων ερωτικών σχέσεων και να προκαλέσουν την συντηρητική κοινωνία της εποχής τους.

Η φρίκη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, με εγκλεισμό σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και συμμετοχή στον Γαλλικό αντιστασιακό αγώνα, μετατρέπουν τον φιλόλογο Σάρτρ , σε οραματιστή φιλόσοφο και βαθιά πολιτικοποιημένο διανοούμενο. Με την απελευθέρωση της Γαλλίας, ο Σάρτρ κερδίζει την εθνική αναγνώριση καταγράφοντας τα γεγονότα σε πρωτοσέλιδο της αντιστασιακής εφημερίδας «Combat».

Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ που γίνεται ο βασικός εκπρόσωπος του υπαρξισμού του 20ού αιώνα,ιδρύει, μαζί με τον Μορίς Mερλό-Ποντί, το λογοτεχνικό περιοδικό «Μοντέρνοι Καιροί», από όπου δημοσιοποιεί τις αριστερές πολιτικές του θέσεις και τις φιλοσοφικές του αναλύσεις. Στο έργο του, ο άνθρωπος εμφανίζεται ως απελευθερωμένος από την επιρροή κάποιας ανώτερης ηθικής τάξης ή δύναμης, που θα μπορούσε να ορίσει τη ζωή του και γίνεται ο ίδιος κύριος των επιλογών του.

Ο Σαρτρ, ασπάζεται τον Μαρξισμό και καταδικάζει τον Σταλινισμό. Παράλληλα δηλώνει φανατικά άθεος. «Ο υπαρξισμός δεν είναι τόσο αθεϊστικός που να αναλώνεται προσπαθώντας να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός. Αντιθέτως, δηλώνει ότι, ακόμη και αν υπήρχε Θεός, το γεγονός αυτό δεν θα άλλαζε τίποτα», δήλωνε.

Καιρό αργότερα, ο Σάρτρ θα κάνει στροφή στην πολιτική του σκέψη και θα ενταχθεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, μία απόφαση που θα τον φέρει σε αντίθεση με το παρελθόν του αλλά και με τον άλλοτε σύντροφό του Αλμπέρ Καμύ. Μάλιστα θα προεδρεύσει και της Γαλλοσοβιετικής Ένωσης. Ωστόσο, η σοβιετική στρατιωτική επέμβαση στην Ουγγαρία το 1956, που οδήγησε στον θάνατο περίπου 2.500 εξεγερμένους Ούγγρους, προκάλεσε την «οργισμένη» αντίδραση του Σάρτρ, ο οποίος θα αποχωρήσει από το ΚΚΓ, γράφοντας το άρθρο «Το φάντασμα του Στάλιν».

Το 1964, ο Σάρτρ στρέφει τα βλέμματα της δημοσιότητας πάνω του, καθώς αρνείται το βραβείο Νόμπελ. Το ανήσυχο πνεύμα του, τον οδηγεί σε μία σειρά από παρεμβάσεις στη κοινωνικοπολιτική ζωή της Γαλλίας αλλά και διεθνώς. Μαζί με τον Μπέρτραντ Ράσελ, προεδρεύει στο «δικαστήριο Ράσελ», ένα φανταστικό δικαστήριο που αποτελούνταν από ανθρώπους της διανόησης, καταδικάζοντας τον Αμερικανικών ιμπεριαλισμό στο Βιετνάμ. Το Μάη του ’68, παίρνει συνέντευξη από τον Ντάνιελ Κον-Μπεντίτ, ηγετική φυσιογνωμία του φοιτητικού κινήματος, με στόχο να αναδείξει την ιδεολογική βάση της εξέγερσης.

Ταξιδεύει στη Γερμανία για να συναντήσει τον Αντρέας Μπάαντερ, ηγέτη της R.A.F, στην Πορτογαλλία για να ζήσει από κοντά την επανάσταση των Γαρυφάλλων, συμμετέχει στο κίνημα για την απελευθέρωση Σοβιετικών αντιφρονούντων και τάσσεται ανοιχτά υπέρ της Ισλαμικής επανάστασης και του Αγιατολάχ Χομεϊνί.

Ο ευφυής και αντιδραστικός, Ζαν-Πωλ Σάρτρ, θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 15 Απριλίου του 1980. Την 19η Απριλίου, περίπου 50.000 άνθρωποι θα πουν το στερνό αντίο, στον άνθρωπο που σημάδεψε με τις θέσεις του την φιλοσοφία του 20ού αιώνα.

 

Θεωρητικές επιρροές στη φιλοσοφική σκέψη του Σαρτρ

Ενώ διάφοροι φιλόσοφοι θεωρήθηκαν θεμελιωτές του υπαρξισμού, ο Σαρτρ ήταν αυτός που τον έφερε στο προσκήνιο στη Γαλλία και δημιούργησε το ομώνυμα γαλλικό κίνημα. Όπως αναφέρει και στο βιβλίο του υπάρχουν δυο σχολές υπαρξιστών. Οι πρώτοι είναι οι Χριστιανοί, όπως ο Καρλ Γιασπερς και ο Γκαμπριελ Μαρσέλ και από την άλλη μεριά οι άθεοι υπαρξιστές, μέλη του οποίου είναι οι Γάλλοι υπαρξιστές, ο Χάιντεγκερ και φυσικά ο ίδιος ο Σαρτρ.

Μπορεί να παρατηρηθεί μια σύγκλιση απόψεων μεταξύ Σαρτρ και Νίτσε στους κεντρικούς άξονες και στη γενική αντιμετώπιση του θέματος. Και οι δυο πίστευαν ότι ο άνθρωπος είναι ‘εγκαταλελειμμένος’ στη γη, ότι μπορεί να κάνει τον εαυτό του ότι επιλέξει, αρνούνται την ύπαρξη του θεού, ενώ την ίδια στιγμή δεν δέχονται την ύπαρξη της «ουσίας». Εντούτοις, ο Σαρτρ επηρεάστηκε σε σημαντικό βαθμό από το Χάιντεγκερ και τον Γιάσπερς, οι οποίοι ήταν επίσης θεμελιωτές του υπαρξισμού κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επίσης, η μελέτη των Kierkegaard και Χάιντεγκερ, οι οποίοι καταπιάστηκαν με την έννοια της αγωνίας/του άγχους του ανθρώπου μέσα από το πρίσμα μιας πεσιμιστικής άποψης απέναντι στην ανθρώπινη ύπαρξη, σηματοδότησαν την ποιοτική ανάπτυξη και εξέλιξη της γραφής του Σαρτρ. Ο Kierkegaard (όπως και ο Νίτσε) θεώρησαν ότι έχει ιδιαίτερη αξία το γεγονός ότι, όσον αφορά θεμελιώδεις αξίες και πιστεύω, το άτομο είναι ικανό να αποφασίζει ελεύθερα. Ταυτόχρονα, αυτές οι επιλογές, μπορούν να αλλάξουν τη φύση και ταυτότητα του υποκειμένου που παίρνει τις αποφάσεις.
Για τον Χάιντεγκερ, η ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης είναι η προσπάθεια κατανόησης του Είναι. Μέσα από το βιβλίο το ‘Είναι και Χρόνος’, -επιστημονικό έργο που επηρέασε σημαντικούς διανοούμενος- ο Χάιντεγκερ καταπιάστηκε με τον προσδιορισμό του υποκειμένου και εν συνεχεία με την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, όπου είναι η προσπάθεια του όντος να κατανοήσει αυτό που είναι, συν την προσπάθεια να γίνει αυτό που δεν είναι ακόμα. Έχει αξία η έννοια του όντος μέσα από το πρίσμα της σκέψης του Χάιντεγκερ διότι στοχεύει μια κατ’ εξακολούθηση προσπάθεια υπερβατικότητας του υποκειμένου, να γίνει αυτό που δεν είναι ακόμα.

Ο Γιασπερς για παράδειγμα στην προσπάθεια του να κατανοήσει το «είναι» θεωρεί ότι δεν είναι άλλο από το «περιέχον», αυτό δηλαδή που περιβάλλει την ανθρώπινη ύπαρξη, που είναι η πηγή του ίδιου του υποκειμένου. Υπάρχει μια ομοιότητα με τον Σαρτρ όσον αφορά την αναζήτηση της αλήθειας του υποκειμένου προσαρμόζοντας το κάθε φορά στις καταστάσεις. Ο Γιασπερς θεωρεί ότι υπάρχουν μεταβαλλόμενες καταστάσεις και κοινές καταστάσεις όπως για παράδειγμα ο θάνατος.

 

Βασικοί επικριτές του Υπαρξισμού

Οι κυριότεροι πολέμιοι του Υπαρξισμού, ήταν οι Χριστιανοί και οι Κομμουνιστές (της σταλινικής παράδοσης). Υποστήριζαν ότι εξαιτίας των ιδεών που κηρύττει o Σαρτρ, ο άνθρωπος αποξενώνεται από την κοινωνία, αφού δίνει όλο το βάρος στην υποκειμενικότητα. Επιπροσθέτως οι Χριστιανοί που δεν μπορούσαν με κανένα τρόπο να αποδεχτούν την σχολή του Υπαρξισμού αφού πιστεύουν ότι μια σκέψη που απαρνείται την ύπαρξη του Θεού, αρνείται στην πραγματικότητα την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη.

Αντίθετα ο Σαρτρ πιστεύει, ότι είναι σκέτος ρομαντισμός το γεγονός ότι ο άνθρωπος πρέπει να ακολουθεί συγκεκριμένες αξίες, βασισμένες σε θεϊκές εντολές ή σε κοινωνικές επιταγές, αφού ο άνθρωπος πρέπει να κάνει ο ίδιος τις επιλογές του χωρίς περιορισμούς. Ο Σαρτρ, αρνείται την ύπαρξη του θεού και την έννοια του ως δημιουργό ή πλάστη , ο οποίος παράγει σύμφωνα με ορισμένη τεχνική και αντίληψη τον άνθρωπο. Έτσι, σύμφωνα με τη θρησκευτική οπτική, ο κάθε άνθρωπος πραγματώνει μια ορισμένη έννοια που βρίσκεται μέσα στη θεϊκή λογική.

Σε αντιπαράθεση με την θρησκευτική λογική, ο άνθρωπος, όπως τον αντιλαμβάνεται ο Σαρτρ, πρώτα υπάρχει, απαντάται δηλαδή με τον εαυτό του και ύστερα προσδιορίζεται. Αυτό σημαίνει ότι πριν δεν είναι τίποτα, δηλαδή δεν είναι προσδιορίσιμος. Δεν υπάρχει ανθρώπινη φύση, θα γίνει μετά αυτό που θα φτιάξει ο ίδιος για τον εαυτό του.

 

Κεντρικές ιδέες του Σαρτρ στο βιβλίο του

‘Ο Υπαρξισμός είναι ένας Ανθρωπισμός’
Στο βιβλίο του ‘Ο Υπαρξισμός είναι ένας Ανθρωπισμός’, αναφέρει την φράση του Ντοστογέφσκυ, ότι αν δεν υπήρχε Θεός θα επιτρέπονταν τα πάντα. Εδώ, βρίσκεται κατά τον Σαρτρ το σημείο αφετηρίας του υπαρξισμού. Πραγματικά τα πάντα επιτρέπονται αφού δεν υπάρχει θεός και κατά συνέπεια ο άνθρωπος είναι εγκαταλελειμμένος, γιατί δεν βρίσκει ούτε μέσα ούτε έξω από τον εαυτό του μια δυνατότητα να αρπαχτεί από κάτι. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει τίποτα το προκαθορισμένο, ο άνθρωπος είναι ελεύθερος, ο άνθρωπος είναι ελευθερία. Είμαστε μόνοι, ασυγχώρητα μόνοι. Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος.

Το κεντρικό στοιχείο του υπαρξισμού είναι ότι «η ύπαρξη προηγείται της ουσίας»Lexistence précède lessence»). Σύμφωνα λοιπόν με το τελευταίο η εξέλιξη του ανθρώπου δεν μπορεί να βασιστεί σε μια έτοιμη φόρμουλα. Έτσι από τη στιγμή που η ύπαρξη του θεού απορρίπτεται, και ο άνθρωπος δημιουργείται πριν την ουσία του, μπορεί να αυτοπροσδιοριστεί μετέπειτα. Συνέχισε, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει η έννοια της ανθρώπινης φύσης, αφού ο άνθρωπος πρέπει να προσδιορίσει τον εαυτό του. Αυτή ακριβώς είναι η βασική έννοια του υπαρξισμού που καθιστά υπεύθυνους τους ανθρώπους στο τι γίνονται.

Για να μπορέσει να αντιταχθεί στο επιχείρημα ότι ο άνθρωπος αποξενώνεται, αφού πρέπει να παίρνει αποφάσεις μόνος του, υποστήριξε ότι το άτομο πρέπει να αποφασίζει πάντα για το καλύτερο και το γεγονός ότι αυτή η επιλογή είναι η καλύτερη γι αυτόν πρέπει αυτόματα να είναι και για την κοινωνία. Άρα πρέπει να υπάρχει μια κοινωνική υπευθυνότητα μέσα στο περιεχόμενο του υπαρξισμού.

Ο Σαρτρ ξεκαθαρίζει στο βιβλίο του ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να αποφασίζει και τίποτα δεν μπορεί να προσδιορίζει την επιλογή του αφού επιβαρύνεται από την ευθύνη της απόφασης του όχι μόνο απέναντι στο εαυτό του αλλά και απέναντι στην κοινωνία. Έγραψε για τον άνθρωπο πως «είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος» και τον έφερε αντιμέτωπο με τις πράξεις του, αποδίδοντάς του την αποκλειστική ευθύνη για αυτές
Μια σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στον υπαρξισμό και τα υπόλοιπα φιλοσοφικά ρεύματα, είναι ότι ο πρώτος υποστηρίζει, ότι μια επιλογή πρέπει να αποφασίζεται σύμφωνα με την δύναμη των συναισθημάτων μας. Παρόλα αυτά δεν μπορούμε να τα εκτιμήσουμε (ποσοτικά και ποιοτικά) μέχρι να δράσουμε. Άλλωστε, θεωρούσε ότι ανεξαρτήτως των συνθηκών, καθένας κρίνεται μόνο από τις πράξεις του, που επιπλέον είναι μη αναστρέψιμες. Εξάλλου η -συχνά εφιαλτική- κρίση των άλλων μόνο σε αυτές μπορεί να βασιστεί και όχι στις προθέσεις ενός ατόμου.

Ο Σαρτρ προτείνει ότι ο υπαρξισμός, ανεξαρτήτως από τι πιστεύουν οι αντίπαλοι του, είναι ένα αισιόδοξο κίνημα και το γεγονός ότι οι βασικές του πεποιθήσεις είναι η ‘εγκατάλειψη’ του ατόμου, υποδηλώνει την ελευθερία των αποφάσεων του.Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την υπόλοιπη κοινωνία. Αντιθέτως ο Σαρτρ πιστεύει ότι το άτομο παίρνει αποφάσεις μόνο μέσω της βοήθειας των υπολοίπων. Γράφοντας για τον άνθρωπο πως « είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος» τον έφερε αντιμέτωπο με τις πράξεις του, αποδίδοντάς του την αποκλειστική ευθύνη για αυτές.

Καταλήγει σημειώνοντας ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να προσπαθεί να ξεπερνά τον εαυτό του ώστε να μπορεί να προσαρμόσει τις αποφάσεις του σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Ο άνθρωπος έχει μείνει μόνος του και η ζωή του μπορεί να προσδιοριστεί αφού την έχει ζήσει. Ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να θέλει μοναχά ένα πράγμα: την ελευθερία σαν θεμέλιο όλων των αξιών. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως θέλει την ελευθερία αφηρημένη αλλά πως οι πράξεις των καλής πίστης ανθρώπων έχουν σαν ύστατο νόημα την αναζήτηση της ελευθερίας σαν ελευθερίας.

Συζήτηση πάνω στις θέσεις του Υπαρξισμού

Στο τέλος του βιβλίου, παρατίθεται η συζήτηση που ακολούθησε μεταξύ του Σαρτρ και του Ναβίλ (Naville), ενός δημοσιογράφου και μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας. Η συζήτηση ήταν αρκετά έντονη, αφού ο Ναβίλ ήταν κάθετα αντίθετος στις ιδέες του υπαρξισμού, τις οποίες θεωρούσε «ανάσταση» του φιλελευθερισμού. O Ναβίλ, αντιλαμβανόταν το πλαίσιο της συζήτησης μέσα από αυτό του «φιλοσοφικού υλισμού» (όπως τον διαμόρφωσε ο «σοβιετικός μαρξισμός»), γι αυτό και διαφώνησε με την προσπάθεια του Σαρτρ να συνδέσει την υποκειμενικότητα του υπαρξισμού με την αντικειμενικότητα του μαρξισμού. Έτσι, σύμφωνα με τον Ναβίλ, ο υπαρξισμός δεν μπορούσε να γίνει μέρος του ίδιου ιδεολογικού πλαισίου. Επίσης, βασική αρχή του μαρξισμού, είναι ότι η ιστορία και οι πράξεις του παρελθόντος προσδιορίζουν τις επόμενες πράξεις μας, ενώ στην πραγματικότητα ο υπαρξισμός αποτυγχάνει να προσδώσει ένα μοντέλο καθοδήγησης των ανθρώπων προς την κατάκτηση της αλήθειας μέσα από τις πράξεις του.

Όπως σημειώνει ο Ναβίλ, ο Σαρτρ προβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την προεξέχουσα αξία του ατόμου, θέματα που δεν απέχουν τόσο πολύ από τα παλιά γνωστά συνθήματα των φιλελεύθερων.

«Ο υπαρξισμός αρπάζεται από την ιδέα μιας ανθρώπινης φύσης, που όμως αυτή τη φορά δεν είναι περήφανη για τον εαυτό της αλλά εμφανίζεται σαν ψοφοδεής, αβέβαια και εγκαταλειμμένη ανθρώπινη μοίρα. Η πρωταρχική πραγματικότητα είναι η φυσική πραγματικότητα της οποίας η ανθρώπινη πραγματικότητα δεν είναι παρά μια από τις εκφάνσεις της».

Ωστόσο η ιστορία διαμορφώνει τα άτομα τα οποία έρχονται σε ένα κόσμο του οποίου ανέκαθεν αποτελούσαν τμήματα από τον οποίο προσδιορίζονται. Ο μαρξισμός, βλέπει τη φύση στον άνθρωπο και τον άνθρωπο στη φύση, ο οποίος δεν προσδιορίζεται αναγκαστικά από αυστηρά ατομική σκοπιά. Ο υπαρξιστής, σαν άλλος φιλελεύθερος, διεκδικεί τον άνθρωπο σαν γενικότητα γιατί δεν καταφέρνει να διαμορφώσει μια στάση τέτοια που επιβάλλουν τα γεγονότα. Δηλαδή, δεν αρκεί να λέει κανείς πως οι άνθρωποι μπορούν να παλέψουν για την ελευθερία, χωρίς να ξέρουν πως παλεύουν για την ελευθερία. Αν δώσουμε πλήρες νόημα σ αυτήν την αναγνώριση, αυτό σημαίνει πως οι άνθρωποι μπορούν να στρατευθούν και να παλέψουν για μια ιδέα για ένα σκοπό που τους δεσπόζει, διότι αν ένας άνθρωπος αγωνίζεται για την ελευθερία χωρίς να ξέρει, χωρίς να έχει διατυπώσει ξεκάθαρα μέσα του πως και για ποιον σκοπό αγωνίζεται, αυτό σημαίνει πως οι πράξεις του θα έχουν σαν επακόλουθο μια σειρά από συνέπειες. Γιατί δηλαδή ο υπαρξισμός να μη δίνει κατευθυντήριες γραμμές; Στο όνομα της ελευθερίας; Μα αν είναι φιλοσοφία, έτσι όπως ο Σαρτρ πιστεύει, πρέπει να ξεκαθαρίσει, όπως υποστηρίζει ο Ναβίλ, αν είναι υπέρ της παράταξης των εργατών η της παράταξης των μικροαστών.
Ο Σαρτρ αντικρούοντας τον Ναβίλ υποστηρίζει ότι η έννοια της ανθρώπινης υποκειμενικότητας που καθιστά το άτομο ικανό να παίρνει αποφάσεις ελεύθερα δεν προϋποθέτει την αδιαφορία του ανθρώπου απέναντι στην κοινωνία, αφού ο δρόμος προς την αλήθεια μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω των άλλων. Όμως η ιστορία και οι απερχόμενες πράξεις λαμβάνονται υπόψη αλλά όχι σαν καταλυτικοί παράγοντες για την εξέλιξη της ανθρώπινης φύσης. Δεν υπάρχει ένα αυστηρό, άκαμπτο πλαίσιο όπου πρέπει να λειτουργεί μέσα σ’ αυτό το άτομο αφού το ίδιο το άτομο πρέπει να παίρνει τις αποφάσεις του με καλή πίστη δηλαδή ως προς το καλύτερο γι αυτό και την κοινωνία.

Ο Σαρτρ επιπλέον πιστεύει ότι οι επιστήμες είναι αφηρημένες, μελετούν τις παραλλαγές και ποικιλίες επίσης αφηρημένων παραγόντων και όχι τις πραγματικές αιτίες.

Γιατί ο υπαρξισμός είναι ένας ανθρωπισμός; Γιατί, όπως μας απαντάει ο Σαρτρ, δεν υπάρχει άλλος κόσμος από αυτόν της ανθρώπινης υποκειμενικότητας. Ο άνθρωπος δεν είναι κλεισμένος στον εαυτό του αλλά είναι παρών πάντα σε έναν ανθρώπινο κόσμο. Ανθρωπισμός γιατί, θυμίζουμε, στον άνθρωπο δεν υπάρχει νομοθέτης άλλος από τον ίδιο του τον εαυτό και πως εγκαταλελειμμένος, μόνος θα αποφασίσει για τη μοίρα του. Αλλά και γιατί δείχνει πως όχι στρεφόμενος προς τα μέσα, προς εαυτόν, αλλά ψάχνοντας πάντα έξω από τον εαυτό του, για ένα σκοπό που να είναι απελευθερωτικός, μόνο έτσι ο άνθρωπος θα πραγματωθεί, σαν ανθρώπινο ον.

 

 

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα